Σε συνέντευξη του ο υπουργός παιδείας την προηγούμενη εβδομάδα προανήγγειλε νέο γύρο συγχωνεύσεων-καταργήσεων της τάξης του 10% και στις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Το ποσοστό αυτό στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση αντιστοιχεί στον αριθμό των 1.500 περίπου σχολείων! Οι επιταγές των ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ για περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών όλων των υπουργείων παίρνουν την χειροπιαστή τους μορφή στην εκπαίδευση, με το κλεισίμο σχολείων να προστίθεται στα χιλιάδες κενά και ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό, τα υπερμεγέθη για τη σύγχρονη παιδαγωγική τμήματα, τις πρακτικά μη χρηματοδοτούμενες σχολικές επιτροπές, τα απλήρωτα ΚΤΕΛ κ.ο.κ.
Αν αναλογιστεί κανείς ότι ήδη από την εποχή Διαμαντοπούλου έχουν προηγηθεί οι χιλιάδες καταργήσεις όσων σχολείων η αντίδραση του κόσμου δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει, γίνεται ξεκάθαρα αντιληπτό ότι δεν θα μείνει κανένα «μικρό» ή «μη λειτουργικό» σχολείο ανοιχτό. Οι χαρακτηρισμοί και οι προϋποθέσεις αυτές είναι κατανοητό ότι ταιριάζουν γάντι σε πολλά από τα σχολεία των χωριών της Λέσβου ή τα συγκροτήματα των σχολείων της Μυτιλήνης, για διαφορετικούς λόγους το καθένα από αυτά. Αν στην ήδη ασφυκτική κατάσταση μετά το μεγάλο αριθμό σχολείων που έχουν ήδη κλείσει συνυπολογιστεί και ο εμπαιγμός με τη διακοπή ουσιαστικά της χρηματοδότησης για τη μεταφορά των μαθητών, το πρόβλημα αποκτά πια τεράστιες διαστάσεις. Η κοινωνία, τόσο τοπικά όσο και κεντρικά, στο σύνολό της (μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικοί) θα κληθεί και πάλι να παλέψει για το δικαίωμα για δωρεάν παιδεία σε όλα τα παιδιά, όπου αυτά κι αν κατοικούν. Το κλείσιμο σχολείων είναι απαράδεκτο όχι μόνο για το σαφή συμβολισμό μιας κοινωνίας που παρακμάζει αλλά και για όλες τις προεκτάσεις που παίρνει, σε πρακτικό παιδαγωγικό και κοινωνικό-ταξικό επίπεδο.