Την τελευταία περίοδο ο κλάδος των εκπαιδευτικών βρέθηκε στο προσκήνιο των εξελίξεων. Το γεγονός αυτό και η χρονική στιγμή την οποία συντελέστηκε δεν αποτέλεσε, βέβαια, επιλογή των εργαζομένων. Η κυβέρνηση, με έναν πολύ εμφατικό τρόπο, θέλησε να ξεκαθαρίσει- χάρη και στην προπαγάνδα των ΜΜΕ, τον κοινωνικό αυτοματισμό και την κατασταλτική δράση της επιστράτευσης- πως θα τελειώνει με «τις συντεχνίες» και «τη μεταπολίτευση».
Παρά το γεγονός ότι ελέω διακοπών Πάσχα οι εκπαιδευτικοί ήταν μακριά από το σχολείο που τους δένει οργανικά με την κοινωνία (συναδέλφους, μαθητές, γονείς) και το κλίμα διαμόρφωναν αποκλειστικά παπαγάλοι και φίδια, μεγάλο κομμάτι του εκπαιδευτικού κινήματος αντιλήφθηκε την κρισιμότητα της κατάστασης. Η οριστική καταδίκη του δημόσιου σχολείου, η απόλυση χιλιάδων συναδέλφων αλλά και ο αυταρχισμός μιας προληπτικής και καταφανώς αδικαιολόγητης- ακόμα και για τα μέτρα του αστικού κράτους- επιστράτευσης δεν μπορούσε να περάσει έτσι. Το «κλίμα» άλλαζε μέρα με τη μέρα αποδεικνύοντας ότι ποτέ δεν πρέπει να προεξοφλεί κανείς τη δυναμική του υπό κινητοποίηση κόσμου. Η απόφαση για απεργιακό αγώνα ακόμα και μέσα στις πανελλαδικές εξετάσεις ήταν de facto ειλημμένη· κάτι που επιβεβαιώθηκε και στις μαζικότερες εδώ και πάρα πολλά χρόνια Γενικές Συνελεύσεις της προηγούμενης εβδομάδας στις ΕΛΜΕ όλης της επικράτειας.
Παρόλα αυτά, από την αρχή δεδομένη υπήρξε η διαφορετική θεώρηση από τους διάφορους πολιτικούς χώρους. Το ουσιαστικό «άδειασμα» της ΟΛΜΕ από την ΑΔΕΔΥ ξεσκέπασε ακόμα μια φορά τον κυβερνητικό συνδικαλισμό. Δεν περίμενε βέβαια κανείς κάτι διαφορετικό από τις δυνάμεις της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, ακόμα και όταν, εμφανώς προσχηματικά, τα συνδικαλιστικά τους τμήματα δήλωναν υπέρ της απεργίας. Η υποκριτική τους στάση, μετουσιωμένη στο σχήμα «απεργία αλλά επιστράτευση, άρα έκανα το χρέος μου και επιστρέφω με ψηλά το κεφάλι» του προέδρου του ΔΣ της ΟΛΜΕ Παπαχρίστου (ΔΑΚΕ) ήταν μία προμελετημένη διαλυτική κίνηση στην προσπάθειά τους να καταστείλουν τους αγώνες των εργαζομένων κάνοντας ανάγνωση της πραγματικότητας με όρους ηθικής.
Το ΚΚΕ τόσο σε κεντρικό επίπεδο (δηλώσεις Σοφιανού κ.λπ.) όσο και σε συνδικαλιστικό (πρόταση ΠΑΜΕ για απεργία της ΑΔΕΔΥ την Τρίτη και όχι την Παρασκευή που ζητούσε η ΟΛΜΕ, άρνηση κήρυξης έστω και μίας στάσης εργασίας την Παρασκευή σε κάποιο από τα σωματεία που έχει δύναμη κ.λπ.) ακολούθησε την δεδομένη εδώ και καιρό στρατηγική του επιλογή να μην ανοίγει μέτωπα ευθείας σύγκρουσης στην παρούσα συγκυρία. Η πρόταση για 48ωρη απεργία Πέμπτη και Παρασκευή ήταν αποτέλεσμα της κοινωνικής πίεσης που δέχτηκε στη διάρκεια της τελευταίας βδομάδας ενώ η επιδιωκώμενη κλιμάκωση ήταν προσχηματική καθώς το νομικό πλαίσιο έκανε αδύνατη τη συνέχιση της απεργίας τη Δευτέρα με απόφαση συνέλευσης προέδρων την Κυριακή.
Στις Γενικές Συνελεύσεις των ΕΛΜΕ την προηγούμενη Τρίτη ο κλάδος αποφάνθηκε με τεράστιες πλειοψηφίες την κήρυξη της απεργίας παρά την επιστράτευση και τις απειλές για φυλακίσεις ή απολύσεις. Σε κάποιες από τις συνελεύσεις η υπερψήφιση ήρθε μεν με πανηγυρική διάθεση αλλά με μία παράξενη, σιωπηλή ή δεδηλωμένη συμφωνία για μία απόφαση σε συμβολικό επίπεδο με χαρακτηριστικά υπαναχώρησης από το αίτημα της απεργίας. Σε πολλές από τις ΕΛΜΕ όμως, ανάμεσά τους και η δική μας (ΕΛΜΕ Λέσβου), τα πράγματα ήταν σαφή τόσο από τις τοποθετήσεις της Παρέμβασης όσο και από ανένταχτους συναδέλφους: «ψηφίζουμε απεργία και κάνουμε απεργία». Όμως η διαμόρφωση των όρων για την ουσιαστική επιτυχία της απεργίας υπονομεύτηκε άμεσα από τα μέλη της Αυτόνομης Πρωτοβουλίας (ΣΥΡΙΖΑ) που, αφού ψήφισαν υπέρ, στη συνέχεια αποχώρησαν από τη συνέλευση, δεν επέμειναν στη συνέχιση της συζήτησης για το πώς θα μπορούσε η απεργία να πετύχει, δεν συνέβαλαν στη διαμόρφωση απεργιακής επιτροπής, δίνοντας έτσι έναν τόνο συμβολικής υπερψήφισης και εδώ, χωρίς να έχει γίνει καμία τέτοια νύξη μέσα στην αίθουσα της συνέλευσης.
Κι ερχόμαστε στη γενικότερη στάση του ΣΥΡΙΖΑ που στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό απλά περιμένει κάτω από το δέντρο της εξουσίας να πέσουν τα ώριμα υπουργεία στο δεξί του χέρι. Η πραξικοπηματική πρόταση των ΔΑΚΕ-ΠΑΣΚ-ΣΥΝΕΚ στη Γ.Σ. των προέδρων για επαναπροσδιορισμό των όρων και των προϋποθέσεων για την απεργία λίγες μόνο ώρες μετά τις αποφασιστικές συνελεύσεις της βάσης, απέδειξε για άλλη μια φορά περίτρανα ότι στις πιο κρίσιμες στιγμές των αγώνων, μπροστά στο ενδεχόμενο της ρήξης και της ανατροπής, η καθεστωτική Αριστερά γίνεται ουρά του συστήματος, συμμορφώνεται και ξεκόβει από τους αγώνες και τις αγωνίες του λαού.
Η πασιφανής, αντικαταστατική μεθόδευση αλλοίωσης των αποφάσεων των σωματείων βάσης (ΕΛΜΕ) από τη δευτεροβάθμια ομοσπονδία (ΟΛΜΕ) δείχνει και τα όρια που συναντά ακόμα κι ένα σωματείο-πρότυπο δημοκρατικής λειτουργίας στα αστικοδημοκρατικά πλαίσια που έχει εγκλωβιστεί. Είναι τώρα η ώρα να τεθεί ζήτημα καταστατικών συνελεύσεων και ουσιαστικού εκδημοκρατισμού των σωματείων, με αλλαγή του τρόπου λήψης αποφάσεων στα δευτεροβάθμια όργανα, άμεση ανακλητότητα των εκπροσώπων κλπ. Είναι απαράδεκτο για παράδειγμα το γεγονός ότι ο εκπρόσωπος της ΕΛΜΕ Λέσβου, Α. Κουτσαντώνης (εκτελών χρέη προέδρου ως πλειονοψηφήσας σύμβουλος του ΔΣ), αυθαιρέτησε την πρώτη κιόλας μέρα της θητείας του, ψηφίζοντας λευκό ενώ είχε εντολή για υπερψήφιση της απεργίας μέχρι το τέλος. Και θα λογοδοτήσει.
Στο «δια ταύτα». Το αν πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός μαζικού και μαχητικού κινήματος είναι ένα ερώτημα που μπορεί να απασχολεί πεφωτισμένες ηγεσίες ή γενικά τον κόσμο της αριστεράς αλλά μπορεί μονάχα να απαντηθεί από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Οι συνθήκες υπάρχουν αλλά και διαμορφώνονται με διαλεκτικά σχήματα μέσα στην ιστορία. Η εξουσία, είτε πολιτική είτε οικονομική, δεν παραδίδεται σε συσκευασία δώρου αλλά κερδίζεται μέσα από την ταξική πάλη.
Τη μάχη τη θέλαμε αλλά προδόθηκε η ευκαιρία να τη δώσουμε. Σε καθαρό τοπίο όμως πια, χωρίς αυταπάτες, χωρίς αμφιβολίες και χωρίς αμφισημίες, θα συνεχίσουμε με κάθε τρόπο τον αγώνα για την υπεράσπιση της δημόσιας παιδείας, για την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής και την οριστική νίκη του κόσμου της εργασίας.
Σχολιάστε